Wednesday, February 1, 2012

Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΠΟΚΡΙΑ

Αποκριά (αποκρεά) σημαίνει αποχή από το κρέας. Επίσης, κατά μία εκδοχή, η λατινογενής λέξη «Καρναβάλι» αποτελείται από τις λέξεις carne = κρέας και vale = χαιρετώ. Οι μελετητές συμφωνούν πως οι ρίζες των εθίμων της Αποκριάς βρίσκονται στην αρχαιότητα. Στις πομπές που γίνονταν κατά τη διάρκεια των Ελευσινίων Μυστηρίων (που μαζί με τα Διονύσια ήταν οι πρόγονοι του σημερινού καρναβαλιού), για να μεταφερθεί το Ιερό Πέπλο της Αθηνάς στον Παρθενώνα, μέσω της Ιεράς Οδού. Παρήλαυνε επίσης και μια μικρογραφία Ιερού Πλοίου (Πάραλος, Σαλαμινία) πάνω σε ρόδες. Σε αρχαία αγγεία συναντάμε παράσταση του Διονύσου που κάθεται πάνω σε ένα τέτοιο πλοίο. Ετσι, κατά την άλλη εκδοχή, η λέξη Καρναβάλι προέρχεται από τις λατινικές λέξεις «carrus navalis», που σημαίνει ναυτικό αμαξίδιο.
ΣΚΥΡΟΣ

Με την αρχή του Τριωδίου και κάθε Σαββατοκύριακο των ημερών της Αποκριάς, το έθιμο του νησιού θέλει τον «γέρο» και την «κορέλα» να βγαίνουν στους δρόμους και να δίνουν μια ξεχωριστή εικόνα των ημερών. Ο «γέρος» φοράει χοντρή μαύρη κάπα, άσπρη υφαντή βράκα και έχει στη μέση του 2 - 3 σειρές κουδούνια, το βάρος των οποίων μπορεί να φτάσει και τα 50 κιλά. Το πρόσωπό του καλύπτεται από προβιά μικρού κατσικιού και, περπατώντας με χορευτικό ρυθμό, καταφέρνει να ηχούν μελωδικά τα κουδούνια που φοράει. Η «κορέλα», η ντάμα του γέρου, είναι ντυμένη με παραδοσιακά σκυριανά ρούχα, με κυρίαρχο χρώμα το άσπρο σε πλήρη αντίθεση με το μαύρο χρώμα του «γέρου», έχοντας και αυτή καλυμμένο το πρόσωπό της. Το δίδυμο αυτής της σκυριανής Αποκριάς συνοδεύει πολλές φορές και ο «φράγκος». Αυτός ο μασκαράς, ντυμένος με παραδοσιακά ρούχα του νησιού αλλά και παντελόνι, σατιρίζει εκείνους τους Σκυριανούς που έβγαλαν τις βράκες και φόρεσαν παντελόνια (φράγκικα). Μια άλλη εκδήλωση της σκυριανής Αποκριάς είναι η «τράτα», που είναι αναπαράσταση ναυτικής ζωής, όπου ψαράδες στην πλειονότητά τους σατιρίζουν έμμετρα καταστάσεις και γεγονότα που αφορούν στην κοινωνική ζωή στην Ελλάδα γενικότερα. Την Καθαρή Δευτέρα, σχεδόν όλοι οι Σκυριανοί με παραδοσιακές τοπικές στολές κατεβαίνουν στην πλατεία του χωριού και χορεύουν και τραγουδούν σκυριανά τραγούδια.
ΣΟΧΟΣ
Οι «Κουδουνοφόροι Τράγοι», από αιώνες πριν μέχρι και σήμερα, την περίοδο της Αποκριάς γεμίζουν τους δρόμους του Σοχού, αναστατώνουν γη και ουρανό, προκαλούν τη φύση και την κοινωνία. Ομάδες μεταμφιεσμένων με μαύρες γιδοπροβιές, ζωσμένοι με τα τέσσερα ογκώδη σιδερένια κουδούνια, παρουσιάζονται από παντού, χοροπηδούν και σείουν τα κουδούνια τους ενώ τραγουδούν με γοερή φωνή
ΣΕΡΡΕΣ
Στο νομό Σερρών, στην Αγία Ελένη, τη Δευτέρα της Τυρινής συναντάμε το έθιμο του «καλόγερου». Τη γιορτή αυτή αρχίζουν οι Αναστενάρηδες με απόκρυφη μυσταγωγία και συμμετέχουν και οι μίμοι, οι οποίοι συγκροτούν το θίασο: ο Βασιλιάς, το Βασιλόπουλο, ο καπιστράς, ο καλόγερος, η νύφη, η μπάμπω και το εφταμηνίτικο, οι γύφτοι με την αρκούδα και, τέλος, οι Κουρούτζηδες (φύλακες).
Αφού ο θίασος του Καλόγερου επισκεφθεί όλα τα σπίτια του χωριού, συγκεντρώνονται όλοι οι κάτοικοι στην πλατεία, όπου γίνεται η προετοιμασία του συμβολικού αγρού για τη σπορά και ακολουθεί η σκηνή του θανάτου και της ανάστασης του πρωταγωνιστή Καλόγερου. Μόλις αναγγελθεί η ανάσταση του πρωταγωνιστή, ο θίασος αρχίζει κυκλικό χορό γύρω από το συμβολικά σπαρμένο χωράφι, με τον Βασιλιά Σπορέα στην κορυφή του χορού. Μετά το χορό ο Αναστενάρης δίνει τις ευχές του και το πλήθος, ευχόμενο «κι από του χρόνου», διαλύεται.
Η λαϊκή αυτή θρακική λατρεία παρουσιάζει επίσης εμφανή τα γνωστά στοιχεία του αρχαίου Διονυσιασμού. Οι ερευνητές του εθίμου βλέπουν τα πάθη και την ανάσταση του Καλόγερου ως επιβίωση από τα πάθη του θεού Διονύσου.

ΚΑΡΠΑΘΟΣ
Την Καθαρή Δευτέρα λειτουργεί το Λαϊκό Δικαστήριο Ανήθικων Πράξεων. Κάποιοι κάνουν άσχημες χειρονομίες σε κάποιους άλλους και συλλαμβάνονται από τους Τζαφιέδες (χωροφύλακες) για να οδηγηθούν στο Δικαστήριο, που το αποτελούν οι σεβάσμιοι του νησιού. Τα αυτοσχέδια αστεία και τα γέλια ακολουθεί τρικούβερτο γλέντι.
ΝΑΞΟΣ
Στη γενέτειρα του Διονύσου ο εορτασμός ξεκινά το πρώτο Σάββατο της Αποκριάς με το σφάξιμο των χοίρων. Το μεσημέρι της τελευταίας Κυριακής, στην Απείρανθο εμφανίζονται οι «κουδουνάτοι». Αυτοί φορούν κάπα και κουκούλα, γυρνούν το χωριό κάνοντας θόρυβο και προκαλούν με άσεμνες εκφράσεις. Οι ίδιοι κρατούν «σόμπα», ξύλο που παραλληλίζεται με τον διονυσιακό φαλλό. Μαζί τους μπλέκονται ο «Γέρος», η «Γριά» και η «Αρκούδα». Στις αποκριάτικες εκδηλώσεις των «Κουδουνάτων» μπορεί κανείς να δει το «γάμο της νύφης», το «θάνατο», την «ανάσταση του νεκρού» και το «όργωμα». Την Καθαρή Δευτέρα στις κοινότητες Ποταμιά, Καλόξιδο, Λιβάδια κ.α. οι κάτοικοι ντύνονται «Κορδελάτοι» ή «Λεβέντες», γιατί στο φέσι και στους ώμους έχουν κορδέλες. Οι Κορδελάτοι είναι φουστανελοφόροι και η δεύτερη ονομασία τους «Λεβέντες» αποδίδεται στους πειρατές. Από κοντά τους ακολουθούν και οι ληστές, οι «Σπαραρατόροι», που αρπάζουν τις κοπέλες για να τις βάλουν με το ζόρι στο χορό και στο γλέντι, που κρατάει ώς το πρωί.
ΖΑΚΥΝΘΟΣ
Παραδοσιακός ντελάλης γυρίζει το νησί και διαλαλεί το πρόγραμμα του καρναβαλιού. Σε όλη τη διάρκεια της Αποκριάς διοργανώνονται χοροί, παρελάσεις, μασκαράτες, ενώ θεατρικές ομάδες παίζουν στις πλατείες και στους δρόμους. Τις Κυριακές των Απόκρεω και της Τυρινής γίνεται η περιφορά του Καρνάβαλου με τη συνοδεία αρμάτων από όλες τις περιοχές του νησιού. Οι εκδηλώσεις κλείνουν με την πολύ διασκεδαστική «Κηδεία της Μάσκας». Μια αναπαράσταση - παρωδία κηδείας με πολύ γέλιο, όπου τη θέση του νεκρού παίρνει ο Καρνάβαλος, ενώ ακολουθούν οι θλιμμένοι συγγενείς, με απερίγραπτη εξέλιξη. Το καρναβάλι δεν περιορίζεται μόνο στην πόλη, αλλά μεταφέρεται και σ' όλα τα χωριά του νησιού.
ΑΜΦΙΣΣΑ
Οι θρύλοι για τα «στοιχειά» είχαν μεγάλη διάδοση στην περιοχή. Λέγεται πως τα «στοιχειά» αποτελούν ψυχές σκοτωμένων ανθρώπων ή ζώων που τριγυρίζουν στην περιοχή. Το σπουδαιότερο στοιχειό που είναι συνδεδεμένο με την παράδοση είναι το στοιχειό της «Χάρμαινας». Αυτό αγαπούσε και προστάτευε τους Ταμπάκηδες (βυρσοδέψες), τους οποίους η δουλειά τούς ανάγκαζε να βρίσκονται στη Βρύση νύχτα - μέρα. Πολλοί ορκίστηκαν πως είδαν το στοιχειό να τριγυρίζει τη νύχτα σ' όλη τη συνοικία, να καταλήγει στην πηγή του νερού και να χάνεται. Ακόμη διηγούνται οι πιο παλαιοί πως το στοιχειό της Χάρμαινας έβγαινε κάθε Σάββατο βράδυ, κατέβαινε από της «Κολοκυθούς το Ρέμα» και γύριζε στους δρόμους μουγκρίζοντας και σέρνοντας αλυσίδες. Το τελευταίο Σαββατοκύριακο της Αποκριάς αναβιώνει στην Αμφισσα ο θρύλος του «στοιχειού». Από τη συνοικία Χάρμαινα, όπου βρίσκονται τα παλιά Ταμπάκικα, και τα σκαλιά του Αη Νικόλα κατεβαίνει το «στοιχειό» και μαζί ακολουθούν εκατοντάδες μεταμφιεσμένοι. Στο ιστορικό μεγάλο καφενείο της πό
ΓΑΛΑΞΙΔΙ
Οταν ανοίξει το Τριώδιο, όλοι σχεδόν οι κάτοικοι του Γαλαξιδίου κυκλοφορούν μεταμφιεσμένοι με αποκριάτικα κοστούμια στους δρόμους και στα καταστήματα.
Ενα από τα καθιερωμένα έθιμα της πόλης είναι το έθιμο της Καθαρής Δευτέρας, το άναμμα φωτιάς σε πλατείες και δρόμους, με μουσική, φαγητό, χορό και γλέντι.
Στο Γαλαξίδι, την Καθαρή Δευτέρα δεν παίζουν με σερπαντίνες και χαρτοπόλεμο, αλλά παίζουν «αλευροπόλεμο» με βασικό υλικό το αλεύρι. Αυτό το έθιμο διατηρείται από το 1801. Εκείνα τα χρόνια, παρόλο που το Γαλαξίδι τελούσε υπό την τουρκική κατοχή, όλοι οι κάτοικοι περίμεναν τις Αποκριές για να διασκεδάσουν και να χορέψουν σε κύκλους. Ενας κύκλος για τις γυναίκες, ένας για τους άντρες. Φορούσαν μάσκες ή απλώς έβαφαν τα πρόσωπά τους με κάρβουνο. Στη συνέχεια προστέθηκε το αλεύρι, το λουλάκι, το βερνίκι των παπουτσιών και η ώχρα. Στο μουντζούρωμα συμμετέχουν όλοι, ανεξαιρέτως ηλικίας.
ΘΗΒΑ
Αναπαράσταση του Βλάχικου Γάμου, κάθε Καθαρή Δευτέρα.
Είναι ένα έθιμο που φθάνει στις ημέρες μας περίπου από το 1830, μετά την απελευθέρωση των ορεινών περιοχών.
Οι Βλάχοι, δηλ. οι τσοπάνηδες από τη Μακεδονία, την Ηπειρο, τη Θεσσαλία και τη Ρούμελη, εγκατέλειψαν τότε την άγονη γη τους και βρήκαν γόνιμο έδαφος νοτιότερα.
Το θέαμα είναι έξοχο, η γαμήλια πομπή πολύχρωμη, η μουσική που τη συνοδεύει (πίπιζες, νταούλια κ.ά.) εξαιρετικά ζωντανή.
Οι εορτασμοί ξεκινούν την Τσικνοπέμπτη το βράδυ και το αποκορύφωμα είναι το τελευταίο Σαββατοκύριακο της Αποκριάς (Κυριακή της Τυρινής και Καθαρή Δευτέρα).

Οι “Μπούλες” και οι “Γενίτσαροι” της Νάουσας
Αυτό που ξεχωρίζει αυτό το έθιμο από τα άλλα είναι το αυστηρό τελετουργικό του. Σε αντίθεση με την αταξία, την απρέπεια, τα σατυρικά τραγούδια και την αυτοσχέδια μεταμφίεση που επικρατεί παντού τις Απόκριες, τις “Μπούλες” τις χαρακτηρίζει η σοβαρότητα και η τυποποιημένη εθιμική ευπρέπεια σε συνδυασμό με την απαράμιλλη αισθητική των χορευτών. Οι “Μπούλες” είναι άντρες ντυμένοι γυναικεία, ενώ οι “Γενίτσαροι” είναι ντυμένοι με φουστανέλες και φορούν μια ιδιόμορφη μάσκα. Γυρίζουν παρέες, παρέες τους δρόμους και τις πλατείες, χορεύοντας προκαθορισμένα τραγούδια με ειδικό τρόπο, που θυμίζει πολεμικό χορό. Οι περισσότεροι χοροί είναι κατεξοχήν αντρικοί, εκτός από τη Μακρυνίτσα που χορεύεται από τη Μπούλα.

Όσο οι Γενίτσαροι φορούν τις μάσκες, δεν επιτρέπεται να χορέψει μαζί τους κανείς από τους θεατές. Όταν τις βγάλουν, τότε ξεκινάει ένα μεγάλο πανηγύρι που κρατάει μέχρι τις πρωινές ώρες.
Πολλοί ισχυρίζονται, ότι το έθιμο έχει τις ρίζες του σε πρωτόγονες παγανιστικές τελετές με σκοπό την ευγονία. Το σίγουρο είναι, ότι με το πέρασμα του χρόνου το έθιμο ενσωμάτωσε την τοπική ιστορία και συνδέθηκε με την Τουρκοκρατία. Όπως λέγεται, οι Αρματολοί και οι Κλέφτες με την ευκαιρία της Αποκριάς κατέβαιναν στην πόλη ντυμένοι γυναίκες και χορεύοντας έρχονταν σε συνεννόηση με τους δικούς τους για τον αγώνα της ελευθερίας. Το νταούλι και ο ζουρνάς είναι οι πρωταγωνιστές των γλεντιών που γίνονται τις δυο τελευταίες Κυριακές της Αποκριάς με μεζέδες και τσίπουρα, ενώ το ντύσιμο είναι από τα σημαντικότερα μέρη της τελετουργίας και κρατάει πάνω από δυο ώρες!
Ο Γενίτσαρος πρώτα φοράει το μπινιβρέκι (μακρύ άσπρο σώβρακο) και από πάνω μακριές κάλτσες, που στερεώνονται με τις βουδέτες (τύπος καλτσοδέτας με μαύρες φούντες).

Μετά φοράει το πουκάμισο με τα φαρδιά κεντητά μανίκια, ακολουθεί η κατάλευκη φουστανέλα με τις 300 έως 400 πιέτες και μετά μπαίνει το πισλί, ένα μαύρο γιλέκο με ανοιχτά μανίκια. Πάνω από αυτό μπαίνει ένα άλλο αμάνικο γιλέκο, που έχει στο στήθος ραμμένα νομίσματα και χαϊμαλιά και στην πλάτη βαρύτιμα κοσμήματα, όπως τοκάδες, γιορντάνια και κιουστέκια. Το σελάχι φοριέται και αυτό στη μέση πάνω από ένα ριγέ μαντίλι, ενώ στο τέλος φοριέται το μαφέσι, ένα ακόμη μεταξωτό μαντίλι που πάνω του θα κρεμαστούν τα θαυμάσια λεπτοδουλεμένα αραχνοειδή κοσμήματα, οι παϊαντζήδες.
Εντυπωσιακή είναι και η στιγμή που δένεται το πρόσωπο. “Πρόσωπο” είναι η μάσκα που φοράει ο Γενίτσαρος, κέρινη από μέσα για να μένει δροσερό το πρόσωπο και γύψινη απ’ έξω. Η μάσκα, που έχει για μάτια και στόμα μικρές σχισμές, στερεώνεται πάνω στο ταράμπουλο, ένα μακρύ μεταξωτό ύφασμα.
Η μάσκα της Μπούλας, που ακολουθεί κάθε μπουλούκι Γενιτσάρων χορεύοντας σοβαρή και περήφανη, είναι βαμμένη με κατακόκκινα μάγουλα και χείλη. Στο κεφάλι φοράει εντυπωσιακά ψεύτικα λουλούδια με κορδέλες και τούλινο πέπλο. Το φόρεμά της είναι πολύχρωμο με φουρό και φοράει και λιμπαντί (βελούδινο κεντητό γιλέκο με μανίκια). Στο στήθος κρέμονται μεταξωτές τραχηλιές, ενώ η ζώνη στολίζεται με σκαλιστές πόρπες, τα κολάνια.
Την Καθαρά Δευτέρα οι Γενίτσαροι βγάζουν τη μάσκα και ξεχύνονται και πάλι στους δρόμους αποκαλυμμένοι.



Τα “Ραγκουτσάρια” της Καστοριάς και της Κοζάνης
Τα “Ραγκουτσάρια” είναι μια γνήσια ελληνική εορταστική εκδήλωση καρναβαλιού, από τις τελευταίες του δωδεκαημέρου. Το σημερινό δωδεκαήμερο συμπίπτει χρονικά με τις αρχαίες ελληνικές πανηγύρεις, που τελούνταν στα πλαίσια της διονυσιακής λατρείας. Ένα από τα κυριότερα χαρακτηριστικά αυτής της λατρείας ήταν οι μεταμφιέσεις, οι οποίες μεταφέρθηκαν και στη γιορτή του σημερινού καρναβαλιού παρά τις αντιδράσεις της Εκκλησίας. Σήμερα, κατά τη διάρκεια του εορτασμού συνηθίζεται ομάδες μεταμφιεσμένων με τα όργανά τους (εκτός από το να σατιρίζουν και να περιπαίζουν με κωμικό τρόπο τους πάντες) να ζητούν διάφορα δώρα από τα σπίτια που επισκέπτονται σε ανταπόδοση της συνεισφοράς τους στην απομάκρυνση του κακού πνεύματος από το σπίτι. Τα “Ραγκουτσάρια” αρχίζουν από την ημέρα των Θεοφανείων και διαρκούν μέχρι την ημέρα του Ιωάννη του Προδρόμου. Η πρώτη γραπτή μαρτυρία για το έθιμο γίνεται το 1747, ως έθιμο όμως του δωδεκαημέρου των Χριστουγέννων. Εξαιτίας επεισοδίων οι Τούρκοι το απαγόρευσαν το 1860, αλλά εμφανίστηκε ξανά το 1890 ως αποκριάτικο πλέον έθιμο.

No comments: